Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

Μπάμπης




Πρόλαβα, οριακά λόγω εφηβείας, τις Τρύπες να παίζουν ακόμη στο Αν. Θυμάμαι πολύ καλά τις εποχές με τα πετρίδια σε συναυλίες τους. Μου έχει χαραχθεί έντονα στο μυαλό η δυσφορία τους για τέτοια σκηνικά, μια δυσφορία που στο μετεφηβικό μυαλό μου καταγράφηκε με αρνητικό τρόπο.
Φυσικά, τώρα, δεν το βλέπω έτσι. Ήθελαν να έχουν το διακαίωμα να παίζουν, να μπορούν να εκφραστούν, ήταν περισσότερο (έστω και αν η λέξη παραμένει τζιζ στο αξιακό θυμικό μου) επαγγελματίες ή να θες να είσαι καλοπροαίρετος μαζί τους, περισσότερο αφοσιωμένοι. Σόρρυ που την χαλάω στους μύστες της χαλαρότητας αλλά η αφοσίωση και το πάθος προχωρούν τα πράγματα μπροστά.

Προφανώς και οι Τρύπες (τουλάχιστον για όσους είχαν στραμμένες τις κεραίες τους απροκάλυπτα και προς το εξωτερικό) δεν έφεραν κάποια ριζοσπαστική αλλαγή στην τέχνη του rock n' roll. Εξίσου προφανές,όμως, είναι πως για πολλούς από εμάς αποτέλεσαν μία από τις πύλες για το παρακάτω. Έχω πολύ καθαρά την εικόνα του Μπάμπη Παπαδόπουλου στο μυαλό μου, να ταλαιπωρεί την κιθάρα του ζωντανά, μια προσωπική μου εισαγωγή στο no wave, στους Sonic Youth΄(και ξέρω στα σίγουρα πως τους άρεσαν) που τότε ερωτευόμουν, στον κιθαριστικό θόρυβο και τη σκοτεινή του ενέργεια που με βοήθησε να αποδράσω από πολλά.

Μεγαλώνοντας προσπάθησα να ακούσω και να εκφραστώ μέσα από κάθε τι μου φάνταζε αληθινό. Ότι σκατά και να'ταν. Η αγάπη μου (αρχικά παντελώς ασυνείδητα) προς κάθε είδους λαϊκή μουσική, η Κρήτη με τη συνέχεια της στις μουσικές φόρμες, και κάμποσα άλλα με έκαναν απόλυτα δεκτικό στην μουσική παράδοση του ελλαδικού χώρου. Και συνάμα απόλυτα κριτικό και σκεπτικιστή απέναντι στο κατάντημα της ως ένα βραδυκίνητο τοτέμ επανάληψης των ίδιων μοτίβων σε όλα τα επίπεδα. Η μουσική του Θανάση Παπακωνσταντίνου, όσα περιέγραφε-και κυρίως όσα λυσσομανούσαν κάτω από την επιφάνεια-με έπιασε από την αρχή. Μέσα στα τραγούδια άκουγα το αυθεντικό λαϊκό (έστω, ειδωμένο από μια λόγια οπτική, λες και τα βιβλία του Πετρόπουλου με ποια λογική προσεγγίζαν το υλικό τους;) των Χειμερινών Κολυμβητών και της Εκδίκησης της Γυφτιάς σε μια μείξη με την παράδοση του τόπου του, της Λάρισας αλλά και των βουνών που περιβάλλουν τον κάμπο, των παιδικών του χρόνων. της αυθεντικής πατρίδας όλων μας.

Δεν γνωρίζω κανέναν προσωπικά, δεν το επιδιώκω κιόλας, δεν έχω inside inforamtion. Η πρώτη παρουσία του Μπάμπη στο Βραχνό Προφήτη του Θανάση, αποτελεί κάτι το ιδιαίτερο. Είναι αλήθεια, πως πέρα από συμπάθειες ή αντιπάθειες η μουσική του Θανάση διένυσε μέσα σε μια δεκαετία μια τεράστια απόσταση για τα ελληνικά δεδομένα. Μια απόσταση που κανείς άλλος δεν διένυσε, τουλάχιστον από το '74 και μετά. Η παρουσία του Μπάμπη Παπαδόπουλου στο Βραχνό Προφήτη, στην Αγρύπνια αλλά και αλλού, όπως στο λάιβ άλμπουμ, μπολιάζει τη σύγχρονη λαϊκή παραδοσιακή μουσική του Παπακωνσταντίνου με το τώρα των τελών της δεκαετίας του '90. ένα κιθαριστικό post-rock τώρα απόλυτα ανοιχτό σε πολλούς πειραματισμούς-λέγε με δοκιμές. Ο Θανάσης είχε το χάρισμα να διαλέγει συνεργάτες.

Θεωρώ την παρουσία του Μπάμπη καθοριστική ώστε να μεταλλαχθεί η μεταμοντέρνα αυτή οπτική της παράδοσης σε ένα τελείως διαφορετικό κτήνος, όπως αυτό ακούγεται στο live με τους Λαϊκεδέλικα. Ένα ηλεκτρικό με μπόλικο feedback κτήνος.Η προσπάθεια για κάτι το διαφορετικό-και ω εκ του θαύματος δημοφιλές και δεν θα το δαιμονοποιήσω καθόλου αυτό-συνεχίστηκε με το άκρως πειραματικό Η βροχή από κάτω σε μια πορεία που στα δικά μου μάτια παρήγαγε την πιο μοντέρνα νέα ελληνόφωνη μουσική για δεκαετίες.

Προσπαθώ να βρω τις καθημερινές μου νόρμες σε μια αέναη διαδικασία επαναπροσδιορισμού μου, πράξεων αλλά και σκέψεων. Έχοντας τη μουσική ως συχνό μου συνοδοιπόρο, μπαίνω στην ίδια διαδικασία αφουγκραζόμενος αυτούς που την παράγουν, τους μουσικούς. Μέσα από τα προσωπικά του  άλμπουμ ( μουσικές που πραγματικά αξίζουν τον τίτλο της προσωπικής έκφρασης) παρατηρώ και προσπαθώ να καταλάβω έναν καλλιτέχνη που ενώ έχει το "όνομα", τις "συνεργασίες" και δεν ξέρω 'γω τι άλλο, παραμένει down to earth. Ένας από εμάς. Στα Σκηνές από ένα ταξίδι, Μέσα από την σπηλιά του δράκου φαντάζομαι τον ίδιο ως έναν δράκο που παλεύει να αποφύγει τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη του χιπ, της πόζας και της ανελέητης σόσιαλ έκθεσης. Ακριβοθώρητος για όσους βλέπουν αλλά δεν ακούν.

Παραμένει, ακόμη και όντας μόνος του, το ίδιο ελάχιστα εγωιστής όπως στις συλλογικές ηχογραφήσεις που προανέφερα, φτάνοντας στα έγκατα του ψυχισμού του (και του ψυχισμού μου) με το Μέσα στον πόνο ειν' η χαρά, μεσ' στην χαρά είναι ο πόνος. Τον παραδέχομαι. Όλοι εμείς οι μικροί ναρκισσιστές της καθημερινότητας που βλέπουμε ως έναν καθρέφτη αυτοθαυμασμού τις επαφές (διαδικτυακές ή μη) με τον υπόλοιπο κόσμο, θα μπορούσαμε να καταλάβουμε πως υπάρχει και άλλος δρόμος έκφρασης. Το ότι το αντιλαμβάνομαι αυτό στις ηχογραφήσεις του, με κάνει κάπως αισιόδοξο για τη σωτηρία της δική μου ψυχής...

Αντιμετωπίζοντας το αριστούργημα του Οικονομίδη Το μικρό ψάρι ως μια ολότητα μαζί με τη μουσική του, ίσως μπορέσεις να δοκιμάσεις πιο εύκολα το συναίσθημα της ικανοποίησης που δίνει η ελάχιστα εγωιστική καλλιτεχνική έκφραση. Η μόνη αληθινή, αν θες τη γνώμη μου, και τα εκφραστικά μου μέσα αδυνατούν να συγκεκριμενοποιήσουν αυτό που δεν είναι απόλυτα μετρήσιμο Ένα μικρό ψάρι είναι και ο Μπάμπης Παπαδόπουλος, όπως όλοι μας, που επιλέγει πρώτα να καταδυθεί στα προσωπικά του σκοτάδια ώστε να έχει μεγαλύτερη αξία η ανάδυση,ξανά, προς το φως.

Και αν το διάβασες όλο αυτό ως μια άτυπη αγιογραφία, ας είναι.

Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

Upset the rhythm: d.i.y. ποπ εικονοκλάστες



Σερφάροντας στο site της δισκογραφικής και όχι μόνο Upset the Rhythm από το Λονδίνο κάποια σημεία γίνονται αμέσως απόλυτα φανερά. Πολυχρωμία, χιούμορ και φαντασία (διάβασε τα κείμενα μέσα στο site-κείμενα που απέχουν παρασάγγας από τα στημένα δελτία τύπου), νεανικό πάθος και ενέργεια.
Είναι βιωματικά, πιστεύω, πεποίθηση πως πλέον το rock n' roll έχει ελάχιστα να πει και να δώσει στο μόνιμο target group του, το νεανικό κοινό πέρα από τις εξ ορισμού ελάχιστα επιδραστικές σε ευρύτερες μάζες ανθρώπων, υποκουλτούρες. Αυτό που κάνει την εταιρία και τις κυκλοφορίες τις τόσο ψυχαναγκαστικά απαραίτητες για το προσωπικό μου γούστο είναι (πέρα από την ίδια την υποκειμενικότητα αυτού) πως μου μοιάζει να αποτελεί την άλλη άκρη μιας γραμμής.
Μια γραμμής που ενώνει τα ύστερα, χρονικά, του post-punk των παιδιών της διπλανής πόρτας, όπως οι Young Marble Giants και οι Au-Pairs, την αισθητική και καλλιτεχνική άποψη της παλιάς Rough Trade ( τώρα που το σκέφτομαι είναι ότι κοντινότερο σε αυτή στο σήμερα) και τη διακριτική διαφορετικότητα all girls groups όπως οι Raincoats και οι Electrelane να ξιφουλκούν στον macho σεξιστικό κόσμο του ροκ.
Ίσως γενικεύοντας, ίσως μετονομάζοντας το κάρβουνο σε χρυσό, μέσα από την πραγματικότητα αλλά και την εικόνα της εταιρίας διακρίνω έναν φεμινισμό αλλά στην πράξη όπως αυτός εκφράζεται σε groups όπως οι Trash Kit. Προτιμώ, ειδικά μέσω μη λεκτικών βερμπαλισμών, τις έμφυλες αναζητήσεις-προτάσεις όπως αυτές προβάλλονται μέσα από πραγματικούς ανθρώπους και τη διάδραση τους, παρά σε θεωρητικές μπροσούρες,
Μέσω των μουσικών κυκλοφοριών της η Upset the Rhythm εγκολπώνει μανιέρες διαφορετικότητας όπως ο John Maus ο οποίος εδώ βρίσκει το χώρο να χειριστεί την electro pop του ως όπλο προσωπικής γκέυ σεξουαλικής έκφρασης. Ας μην κοροϊδεύομαστε,  ακόμη και σήμερα αυτός ο χώρος για τη διαφορετική έκφραση δεν είναι δεδομένος ούτε και θέσφατο. Όταν αυτό δίνεται αποτελεί μια επιλογή (ειδικά για αυτόν που βάζει το χέρι στην τσέπη για να καταστεί αυτό εφικτό) πρέπει, έχουμε "υποχρέωση", να το καταγράφουμε με ένταση.
Πέρα από το πάντα υπαρκτό, όταν μιλάμε για ανεξαρτησία από τις πατρωνίες στην τέχνη, πολιτικό σκέλος της ελεύθερης έκφρασης, μέσα από τις πολλές κυκλοφορίες της αισθάνομαι τη βαθύτατη επιθυμία τους να αποενοχοποιήσουν το ρυθμό αλλά και την κίνηση των σωμάτων (μη γελιέσαι, στους avant garde κύκλους αυτό ισχύει) έχοντας παράλληλα ως μπούσουλα την εσωτερικότητα και τους χαμηλούς τόνους των Young Marble Giants.
Ενθουσιάζομαι με τις μικρές επαναστάσεις της καθημερινότητας και θα βρεις πολλές τέτοιες εδώ. Κιθάρες, μπάσα και ντραμς όχι πλέον βαρετά, όχι πλέον όργανα μιας ψεύτικης αντρικής δύναμης αλλά φορείς μιας περισσότερο ευαίσθητης δυναμικής. Και ξεδιάντροπα όμορφης! Ηλεκτρονικοί ήχοι και σύνθια που κοιτούν στο μέλλον ακόμα και όταν είναι αδιαπραγμάτευτα old fashioned. Πουθενά δεν θα βρεις, ούτε θα ακούσεις την ξιπασιά του προχώ και του hip στις ηχογραφήσεις της εταιρίας. Χαρά, αληθινή χαρά και μόνο, μαζί με lo-fi αισθητική η οποία αποτελεί, εκτός από το καλλιτεχνικό της κομμάτι, και μια οικονομική επιλογή που απορρέει από το ρεαλισμό του σήμερα.
Δεν έχω καμιά αμφιβολία πως τέτοιες σπουδαίες, σε όλα τα επίπεδα, προσπάθειες είναι  και γέννημα του χώρου που συμβαίνουν.Στην προκειμένη περίπτωση του Λονδίνου μιας πόλης που εδώ και δεκαετίες  αλληθώριζε καλλιτεχνικά και προς τις δύο πλευρές του Ατλαντικού μετατρέποντας κάθε τι καλό-σε Ευρώπη και Αμερική-σε δικό της πλεονέκτημα. Δε γνωρίζω πως το Brexit, και αν, μπορεί να το αλλάξει αυτό, πάντως έχω δει στην πράξη τις μικρές υποκουλτούρες και, κυρίως τις ομαδοποιήσεις like minded wannabe free ανθρώπων που δημιουργεί, και πως αυτές επιλέγουν με πάθος να εκφραστούν διαφορετικά.
Γιατί, στη σούμα, μιλάμε για το θράσος, το πάθος, τη θέληση, προφανώς και την ανάγκη αν εκφραστείς διαφορετικά, να δημιουργήσεις μικρές ζώνες ουτοπίας και αυτές να λειτουργούν αυτόνομα προσπαθώντας να ενσωματώσουν όλο και περισσότερους, προτείνοντας και προκαλώντας.
Άρα και μεγαλώσουν.

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2016

Μαργαρίτα





Σκέφτομαι τρελλά κουνούπια
χοροπηδιάρικα, με ροζ ανταύγειες στα μαλλιά τους
και κρίνα στα φουστάνια τους.
Λινάτσες στρώνουν στο γρασίδι
και λιάζουνε τα μέλη τους ανενόχλητα.
Από τις κανονιές
και τα μπαγκάζια
και τα μπαλάκια του γκολφ
και το φιδάκι μπαϊγκόν της μπάγιερ.
Κι από την αποψίλωση των δασών και του έρωτα.
Κι από τη διάτρηση της επικοινωνίας...
Σαν σε βλέπω από το παράθυρο έξω να κοιτάς,
ω, Μαργαρίτα!
Με το θλιμμενοπαχύσαρκο, ντροπαλοπερίεργο μούτρο σου.
Θέλω να σου πετάξω κει μέσα στο κλουβί σου
πουλιά-­γλυκά-­λουλούδια-­φιλιά-­μείνε έτσι όμορφη.
Το Έλενορ Ρίγκμπυ θέλω να σου τραγουδήσω.
Μαργαρίτα, οι άνθρωποι ξεροί κορμοί και γη στέρφα.
Μα οι άνθρωποι άγγελοι και ξωτικά και λέξεις ανείπωτες.
Χημεία σκέτη φανταστική.
Σφαίρες μπλοκάρουνε,
μπουκάλια τρεκλίζουνε,
ρόδες ακτινοβολούνε,
κυλάνε, σαπίζουνε.
Κόκαλα τρίβονται.

Μείνε έτσι όμορφη.

Μερλάνα ντε Τροκ (από το Τσακμάκι τ. 03)

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Crank Sturgeon: oddball goofieness ή fluxus performance?



Μέσα στην υποκειμενικότητα ενός οποιουδήποτε γραπτού συχνά το δάχτυλο δείχνει το δέντρο και χάνει το δάσος. Συμβαίνει. Τέτοιου είδους παραστάσεις έχουν απολαύσει στη Δυτική Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική εδώ και πέντε δεκαετίες. Τοποθετώντας τις στο αληθινό ιστορικό τους χρόνο και τόπο, γίνεται περισσότερο εύκολο να κατανοήσεις τη σημαντικότητα τους.
Κάπου εδώ μπαίνει η παρομοίωση που κατέθεσα πιο πάνω. Γιατί το να υποδείξεις (έμπλεος βλαχοδημαρχισμού) την ανυπαρξία της Ελλάδας στις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες του 20ου αιώνα, άρα και να απονοηματοδοτήσεις τη σημασία της performance του Crank Surgeon  χθεςείναι αυτό ακριβώς. Δείχνεις το δάχτυλο και χάνεις την ουσία.
Και η ουσία είναι πως μας χρειάζονται, μας είναι υπέρ-απαραίτητες τέτοιες παραστάσεις όπως η χθεσινή στον θαυμάσιο χώρο του Baumstrasse 4. Θες για τους χίπστερς που αγνοώντας οποιονδήποτε ήχο που δεν παράγεται από κουλ κιθάρες γελούν ακούγοντας τον, αυτούς που δεν θεωρούν "μουσική" ότι δεν έχει κουπλέ, ρεφρέν και γέφυρες, μέχρι όσους μετρούν την αισθητική απόλαυση των ήχων σε bpm. Στην Αθήνα του 2016 είναι απολύτως ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ τέτοιες φάσεις.
Ο Crank Sturgeon απόλυτα υπονομευτικός ακόμα και αυτής της μηδαμινής του σοβαρότητας και, συνάμα, απόλυτα δοσμένος και σοβαρός στο ρόλο του goofball αναρχικού fluxus οράματος του, μας θύμισε πως το τίποτα μπορεί να γίνει τα πάντα. Όπου τίποτα εσύ βάλε ένα βιολί, ένα δοξάρι,πολλά καθημερινά υλικά (με προεξάρχουσα την κολλητική ταινία με την οποία συμβολικά ένωσε τις δύο άκρες του χώρου), παρουσίασε ένα show βγαλμένο από τη fluxus λαγνεία της ισοπέδωσης του σοβαρού, την ανατροπής του καθιερωμένου, της απέχθειας για τη σοβαροφάνεια.
Ήταν εκπληκτικός. Κατέλαβε το χώρο, στην κυριολεξία, με την παρουσία του και προσπάθησε ν καταργήσει με κάθε γελοίο μέσο την απόσταση που χαρακτηριστικά-και το βάθρο που τον στηρίζει-βρίσκεται ανάμεσα σε αυτόν και στο κοινό. Καθόλου τυχαία κάθε συμμετοχή του "κοινού", έστω και αν περιοριζόταν σε φωνές, έμοιαζε καλοδεχούμενη και ευκταία.
Προσπαθώντας να βρω ένα ψεγάδι σε αυτή την ολοκληρωτική προσπάθεια, θα μπορούσα να γκρινιάξω για την αναγκαιότητα του ηλεκτρισμού σε αυτή την παράσταση. Ξέρω ακούγομαι μανιαμούνιας, απλά θεωρώ πως η πλήρης κατάργηση των καθιερωμένων μιας μουσικής παράστασης έχει την ανάγκη της αυτονομίας ακόμη και στον τρόπο που παρουσιάζεται. Να αρνηθεί ακόμη-ακόμη και τον ίδιο τον πολιτισμό που μας έφτασε ως εδώ.
Ξέρω, τώρα δείχνω εγώ με το δάχτυλο το δέντρο. Ας δοθεί και άλλος χώρος για το διαφορετικό λοιπόν. Είναι δραματική η ανάγκη του.