Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

Τα "ξεσηκώματα" του Εμφύλιου



"Η πρώτη μου σύγκρουση ήρθε μετά από λίγες μέρες,  σ' ένα ξεσήκωμα που πήγαμε να κάνουμε στα Χηνέικα καλύβια έξω από το Μουλάτσι (σημ.: Ελληνικό, το χωριό καταγωγής του Αβραμόπουλου ) όπου έμεναν 5-6 οικογένειες κτηνοτρόφων.
Ένας από αυτούς είχε δύο γιους στρατιώτες και τρεις μικρές κόρες πίσω από είκοσι χρονών η πιο μεγάλη. Ειδοποίησαν από το Δ.Σ.Ε.  τη μάνα τους να φύγουν τα παιδιά της από το στρατό, γιατί άμα δε φύγουν θα την τιμωρήσουμε. (...)
Έστειλαν λοιπόν την ομάδα μας να τους πάρουμε όλα τα υπάρχοντα. Ξεκινήσαμε από τη Δόριζα και με το νύχτωμα φτάσαμε στα καλύβια. Πήγαμε στο σπίτι και άρχισε το ξεσήκωμα. Αρχίσαμε από τα τρόφιμα, ψωμί, σιτάρια και ότι άλλο μπορεί να έχει το νοικοκυριό. Η μάνα με τα κορίτσια σπαράζουν στο κλάμα. Πίστεψαν ότι το κακό θα περιοριστεί στα ψιλοπράματα Δυστυχώς έξω είχαν δέσει ένα βόδι τετράπαχο. Το πήραμε και αυτό. Το μεγαλύτερο κακό έγινε όταν τους πήραμε καμιά εξηνταριά πρόβατα και μια γίδα μαρτίνα. Έκλαιγε η καρδιά μου μπροστά σε αυτή την κατάσταση. Τέσσερις γυναίκες έμεναν στους πέντε δρόμους χωρίς μιας βραδιάς αλάτι. Πάντα συναισθηματικός, σκεφτόμουν πως θα ζήσουν αυτά τα τέσσερα άτομα.
Φώτισε η μέρα, μαζέψαμε τα πράγματα και τα βάλαμε στο δρόμο. Οι γυναίκες ερχόντουσαν κοντά μας κλαίγοντας και παρακαλώντας να τους αφήσουμε καμιά προβατίνα για να πίνουν καμιά κούπα γάλα, για να μην πεθάνουν από την πείνα. Ο Αργυρόπουλος ( σημ.: ο διοικητής της ομάδας ) ήταν ανένδοτος. Είχε κάτσει τελευταίος και τις απωθούσε όπως-όπως. Δεν μπόρεσα να βαστάξω άλλο αυτό το δράμα. Πέρασα σε ανοιχτή σύγκρουση με τον Αργυρόπουλο. Τι κατάσταση είναι αυτή ρε Θοδωρή του λέω. Πως θα ζήσουν αυτές οι γυναίκες; Δεν βλέπεις πως με τη στάση μας τις διώχνουμε ολοσχερώς από το κίνημα; Ας τους δώσουμε τη γιδούλα και καμιά δεκαριά προβατίνες να ζήσουν και αυτές. Ο Θοδωρής ήταν ανένδοτος. Τελικά του είπα ότι αναλαμβάνω προσωπικά την ευθύνη να τους δώσουμε αυτά τα ολίγα. Με τα πολλά δέχτηκε. Τους γυρίσαμε πίσω τη γίδα και 10-12 προβατίνες. Οι γυναίκες ηρέμησαν κι αρχίσανε να μας ευχαριστούν. Αναρωτιόμουν τι διαφορές χώριζαν αυτή τη γυναίκα με τη δική μου τη μάνα.Καμία. Και οι δύο φτωχές και ταλαιπωρήμένες. Με κόπους και με στερήσεις προσπαθούσαν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους."

Αφήγηση του Γ.Κωστόπουλου στο Αντάρτες οι αθώοι οραματιστές από το Οι Ανυπότακτοι, Το Δεύτερο Αντάρτικο στην Πελοπόννησο του Κ. Μπρούσαλη.

Για τη Μνήμη του Παππού και της Γιαγιάς μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου