Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

L' homme que j 'etais, je ne suis plus*






Συλλογίζομαι εκείνο τον καιρό που ο Θεός θα γεννηθεί ξανά, τότε που οι άνθρωποι θα μάχονται και
θα σκοτώνουν εν ονόματι του Θεού όπως και τώρα και για μια μεγάλη χρονική περίοδο οι άνθρωποι θα μάχονται για το ψωμί τους. Συλλογίζομαι εκείνο τον καιρό που η δουλειά θα είναι λησμονημένη και τα βιβλία θα λάβουν τη θέση που τους αρμόζει στη ζωή, τότε που ίσως δεν θα υπάρχουν πια βιβλία, παρά μονάχα ένα μεγαλειώδες βιβλίο-μια Βίβλος. Για μένα το βιβλίο είναι ο άνθρωπος και το δικό μου το βιβλίο είναι ο άνθρωπος που έχω γίνει, ο συγκεχυμένος άνθρωπος, ο ξένοιαστος άνθρωπος, ο απερίσκεπτος άνθρωπος, ο εγκαρδιωμένος, ο αισχρός, ο θυελλώδης, ο ακριβοδίκαιος, ο ψευδόμενος, ο διαβολικά φιλαλήθης άνθρωπος που είμαι. Συλλογίζομαι ότι σ'αυτό τον καιρό που μέλλει να έρθει δεν θα με παραβλέπουν πια. Τότε η ιστορία μου θα γίνει σημαντική και η ουλή που αφήνω στο πρόσωπο του κόσμου θα έχει σημασία. Δεν μπορώ να λησμονήσω ότι φτιάχνω ιστορία, μιαν ιστορία που απ΄τη μιά της θα καταφάει, σαν έλκος συφιλιδικό, κάθε άλλη ασήμαντη ιστορία. 
Θεωρώ τον εαυτό μου όχι ένα βιβλίο, ένα μητρώο, ένα ντοκουμέντο, αλλά μιαν ιστορία των καιρών μας-μια ιστορία όλων των καιρών. (...)
Είμαι ένας άνθρωπος δίχως παρελθόν και δίχως μέλλον. Είμαι- και αυτό είναι όλο.
Ούτε που με νοιάζουν οι αρέσκειες και οι απαρέσκειες σας. Διόλου δεν με ενδιαφέρει εάν είστε πεισμένοι πως αυτό που λέω είναι έτσι και όχι αλλιώς. Το ίδιο μου κάνει είτε με παρατήσετε εδώ και τώρα, είτε όχι. Δεν είμαι δα κανένας ψεκαστήρας απ΄όπου μπορείτε να απομυζήσετε λίγες στάλες ελπίδας.(...)
Κι έτσι επίσης, καθώς οι σκέψεις μου τινάζονται συρίζοντας κάθε τόσο, οφέιλω να ζωντανέψω πάλι τη φλόγα, ξανά και ξανά, όχι μονάχα με σθένος αλλά και με απόγνωση- γιατί δεν υπάρχει κανείς που να τον εμπιστεύομαι να πει τα πράγματα αυτά για λογαριασμό μου. Τα σκουντουφλήματα και τα ψηλαφίσματα μου, η έρευνα μου για κάθε τρόπο έκφρασης είναι ένα είδος ιερού τραυλίσματος. Έκθαμβος μένω από τη μεγαλειώδη κατάρρευση του κόσμου!(...)
Κάθε βράδυ, σαν κατεβάζω τα σκουπίδια,φαντάζομαι τον εαυτό μου ορθό σ'εναν ψηλό λόφο έκλαμπρης λευκότητας. Δεν με εμπνέει καμιά αγιασμένη καρδιά, μήτε και σκέφτομαι τον Χριστό. Κάτι καλύτερο από έναν Χριστό, κάτι μεγαλύτερο από μια καρδιά, κάτι πέρα από τον παντοδύναμο Θεό είναι αυτό που σκέφτομαι-ΕΜΕΝΑ ΤΟΝ ΙΔΙΟ. Είμαι ένας άνθρωπος. Κι αυτό μου φαίνεται ν' αρκεί.
Είμαι άνθρωπος του θεού και άνθρωπος,συνάμα, του διαβόλου. Τα του Καίσαρος των Καίσαρι. Τίποτε αιώνιο, τίποτα απόλυτο. Ενώπιον μου πάντοτε η εικόνα του κορμιού, η τρισυπόστατη θεότης του πέους και των όρχεων.(...). Δεν μπορώ ποτέ να λησμονήσω ότι αυτή η αγία τριάς είναι από τον άνθρωπο καμωμένη, ότι θα περάσει απειράριθμες αλλαγές-αλλά όσο βγαίνουμε από τη μήτρα με χέρια και με πόδια, όσο υπάρχουν αστέρια πάνωθε μας για να μας ξετρελαίνουν και χορτάρια κάτω από τα πόδια μας για ν'αποθέτουμε την απορία που απλώνεται εντός μας, τόσο ακριβώς τούτο το κορμί θα εξυπηρετεί όλους τους σκοπούς που μπορούμε να σφυρίζουμε.

Χένρι Μίλλερ "Μαύρη Άνοιξη" (1936)- απόσπασμα


*  "Ο άνθρωπος που ήμουν, όχι, δεν είμαι πια"


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου