Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

Αντικουλτούρα // 1966-68 Μέρος Πέμπτο : Thomas Pynchon

"Κύριο μέλημα της αντικουλτούρας είναι να εξαγγείλει έναν νέο ουρανό και μια νέα γη τόσο απέραντα, τόσο θαυμαστά ώστε οι άμετρες αξιώσεις της τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης να εξαναγκαστούν σε οπισθοχώρηση, περιοριζόμενες σε μια δευτερεύουσα και περιθωριακή θέση στη ζωή των ανθρώπων"

Theodore Roszak "Η  γέννηση της αντί-κουλτούρας" (Εκδ. Futura)

Η αντικουλτούρα που γεννήθηκε αμέσως μετά τον B'  Παγκόσμιο Πόλεμο περνώντας μέσα από διάφορα στάδια εξέλιξης και με διαφορετικές διαδικασίες σε κάθε μορφή τέχνης, βρήκε την κορύφωση της στη δεκαετία του '60 και, μέσω της παντελώς υποκειμενικής μου γνώσης, στην τριετία που αναφέρει ο τίτλος. Οι αριθμοί και ο τρόπος που διαχωρίζουν και κατατέμνουν την καθημερινότητα των ζωών μας αποτελούν μια απλή καταγραφή για τη μνήμη. Τίποτα παραπάνω. Δεν είναι γεγονότα από μόνοι τους. Επιθυμώ να θυμηθώ κάποια σημαντικά απομεινάρια της αντίκουλτούρας στις τέχνες μέσα σε αυτή την τριετία.






Η δυσκολία στο να συμπεριλάβω σε αυτό το αποσπασματικό αφιέρωμα κειμένων, τόσο σπουδαίους λογοτέχνες (καλλιτέχνες εν γένει) είναι πως αυτή ακριβώς η σπουδαιότητα τους τείνει να υπερκαλύψει, να καπελώσει αν θες, την ίδια τη θεματική που θέλω να ορίσω. Πέντε χρόνια πριν από το 1966, έτος κυκλοφορίας του The crying lot of 49, έχει ήδη βγάλει το ντεμπούτο-αριστούργημα του, το V.,  ένα έργο που αμέσως τον τοποθέτησε στους μεγάλους της τέχνης του λόγου για μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Παράλληλα ο τρόπος γραφής και οι υπόρητες συνάφειες αυτής τοποθετούσαν το όνομα Πύνσον σε αυτούς που πρέσβευαν το κάτι διαφορετικό.
Σίγουρα, εάν η θεματική των μικρών κειμένων δεν περιοριζόταν χρονικά, το V. θα μπορούσε να είναι μέρος της. Άλλωστε η δυναμική της εποχής αποτελούσε ένα αλληλοτροφοδοτούμενο δίπολο. Στον ένα πόλο θα μπορούσαμε να τοποθετήσουμε την αστείρευτη διάθεση των καλλιτεχνών να αμφισβητήσουν με κάθε τρόπο την υπάρχουσα τάξη και τα παράγωγα της. Στον άλλο ολόκληρο αυτό το κλίμα απείθειας το οποίο αποτελούσε τη μήτρα που γεννούσε περισσότερα έργα με τη φιλοδοξία της ανατροπής.
Φτάνοντας στο δεύτερο βιβλίο του και ενώ έχει κάνει σαφές με τον τρόπο που χειρίζεται ( ή, ίσως, καλύτερα που δεν χειρίζεται) τα media, πως δεν πρόκειται να παίξει απολύτως κανένα hype παιχνίδι, δημιουργεί άλλη μία ιστορία αποκαλυπτικής σάτιρας και μαύρου χιούμορ γεμάτη υπονοούμενα για το σήμερα. Με την άνεση ενός Μέλβιλ και ενός Ναμπόκοφ, στο πλάσιμο του κεντρικού του χαρακτήρα, η ηρωίδα του βρίσκεται αντιμέτωπη αλλά και μπλεγμένη μέσα σε έναν μυστηριώδη θρησκευτικού τύπου αλλά και έμπλεο με πολιτικές σημασίες οργανισμό καταστρέφοντας (οριστικά;) τη βαρετή καθημερινότητα της. Ίσως είναι η ίδια η καθημερινότητα της που προσπαθεί να την τοποθετήσει σε μια διαδικασία αναζήτησης και ερωτημάτων ακριβώς όπως η εποχή στην οποία το The crying lot of 49 ανήκει. Μια εποχή που ως άλλη μαύρη τρύπα ρουφάει τους καλλιτέχνες, υποχρεώνοντας τους (μέσα σε πολλά εισαγωγικά) να μιλούν για το τώρα, να το σχολιάζουν, να το απορρίπτουν και να αναδείξουν, με την εσωτερικότητα της τέχνης του λόγου, τα στραβά μιας κοινωνίας που από τότε βαδίζει το δρόμο του απολυταρχισμού.
Καθόλου τυχαία η ηρωίδα, η Oedipa Maas, μπλέκεται με έναν οργανισμό που ένας από τους σκοπούς του είναι να προσπερνά και να αποφεύγει το κρατικό σύστημα των ταχυδρομείων. Με τις, κάθε είδους, επικοινωνίες να αποτελούν ήδη μια κομβικής σημασίας πραγματικότητα-από τις κοινωνικές τους χρήσεις μέχρι την ελευθερία του λόγου-η ηρωίδα μπαίνει στη διαδικασία να κατανοήσει τη μαζική κλίμακα ελέγχου στην οποία υπόκεινται όλα τα παραπάνω. Αυτή η διαδικασία, μας εξηγεί ο Πύνσον χωρίς, φευ, να το λέει ποτέ φωναχτά, είναι η ίδια η Αμερική. Γιατί όπως έγραφε και ο Ερνέστο Σάμπατο, "Αυτή ήταν η πραγματική Αμερική για την τεράστια πλειοψηφία: αθλιότητα και δάκρυα, ταπείνωση και πόνος, νοσταλγία και όνειρα"
Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο παράνοιας, μια συνήθη πρακτική (αν μπορούμε να καταγράψουμε οποιουδήποτε τύπου μανιέρα στα αριστουργήματα του ίσως να ήταν η ανάγκη περιγραφής της ίδιας της Αμερικής) των ιστοριών του, η άρνηση της πραγματικότητας αποτελεί την τελική απάντηση του συγγραφέα απέναντι στην αποσβολωτική δύναμη της εξουσίας. Μια άρνηση, όμως, που και μέσα από την Oedipa, δεν είναι μια πράξη απόσυρσης και μοναχισμού αλλά μια πνευματική αντιπαράθεση εναλλακτικών (και όχι χίπικου τριπαρίσματος μια και ο ίδιος ήταν καυστικότατος απέναντι στο χιπισμό) γεμάτη εναλλακτικές επινοήσεις, χιούμορ, ειρωνεία, αγάπη και γνώσεων.
Μέσα στο, εύκρατο για τη διαφορετικότητα, κλίμα της εποχής ο Πύνσον προτάσσει άλλη μια ιστορία,-από τις πολλές που παράχθησαν τότε-και άλλη μία αντιηρωίδα που στέκεται απέναντι στη χυδαιότητα της εξουσίας και τους μυριάδες τρόπους που αυτή εκφράζεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου