Τετάρτη 6 Μαρτίου 2019

Γόμορρα



Τον καιρό που πρωτοβγήκε η ταινία του Matteo Garrone στις αθηναϊκές αίθουσες το σοκ μου ήταν μεγάλο. Έμεινα, για πολύ καιρό, χωρίς να μπορώ να πω πολλά για αυτή την μινιμαλιστική ιλαροτραγωδία επικών διαστάσεων. Το Γόμορρα λειτούργησε ως ένα μικροσκόπιο υπενθύμισης για τα καθέκαστα της καθημερινής μου όχλησης. Την είδα ξανά πρόσφατα, για πρώτη φορά μετά από τότε και η ενόχληση παρέμεινε ίδια και η συνειδητοποίηση μεγαλύτερη.

Οι βάσεις της σινεφιλικής μου πορείας, ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι τον κινηματογράφο, η μορφή που θα έδινα στις δικές μου εικόνες εάν είχα ένα στοιχειώδες ταλέντο, καθορίστηκαν από αισθητικές, πολιτικές και στιλιστικές κινηματογραφικές επιλογές πολύ κοντά σε αυτές, και προγενέστερες προφανώς, του Garrone. Το γαλλικό σινεμά της νουβέλ βαγκ όσο και ο ιταλικός νεορεαλισμός της ίδιας εποχής αποτελούν την, προσωπική μου γνώμη, απαρχή για τον μοντέρνο κινηματογράφο και μαζί με τον Κασσαβέτη την εκκίνηση ενός περισσότερο ελεύθερου δημιουργικά σινεμά.

Αφήνοντας τον Κασσαβέτη στην άκρη γιατί γεωγραφικά αποτελούσε ένα τελείως διαφορετικό πακέτο αναφορών όσο και επιλογών, η Ιταλία του νεορεαλισμού κατέδειξε την παραγωγικότητα μέσω ελάχιστων μέσων, την καταγραφή μέσω ενός παθιασμένου ερασιτεχνισμού. Καθόλου τυχαία οι εικόνες, η ατμόσφαιρα και οι συνισταμένες ήταν συχνά είτε κοινές είτε εκκινούσαν από τις ίδιες καταστάσεις με την ελληνική, γνώριμη, πραγματικότητα μετατρέποντας, όπως και να το κάνουμε, τις ταινίες αυτές ευκολότερα σε κοινό κτήμα και για εμάς εδώ.
Το σινεμά των Γάλλων διανοητών της νουβέλ βάγκ έσφυζε από την ενέργεια της καταγραφής της καθημερινότητας. Οι πολλαπλάσιες του παρελθόντος ταχύτητες της μοντέρνας κοινωνίας αποτυπώνονται για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη, συνταιριάζοντας για πρώτη φορά τον στοχασμό και την επιθετικότητα της μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο διανόησης με τις εικόνες του μοντέρνου σινεμά. Δεν επιθυμώ να γράψω δοκιμιακά για τα παραπάνω, απλά προσπαθώ να ορίσω το πλαίσιο στο οποίο θεωρώ πως κινείται η ταινία-αφορμή των σκέψεων μου...
Αυτές, όμως, δεν αφορούν αποκλειστικά την ταινία. Ίσα-ίσα που το Γόμορρα είναι απλά η αφορμή να αναθερώ για λίγο σε όσα υπάρχουν μέσα μου εσχάτως.

Το Γόμορρα εκκινεί με την ειρωνική δήλωσή της συνύπαρξης ενός Κορμπυζιανού φουτουριστικού κτιρίου με την ναπολιτάνικη Καμόρρα και τις πολλαπλές δραστηριότητες της. Η δήλωση είναι εξαρχής σαφέστατη πιστεύω: η αισθητική, η ομορφιά αν θες, στην υπηρεσία του χυδαίου χρήματος και της εκμετάλλευσης, απ' όπου αυτά και αν προέρχονται. Οι σημερινές μας πόλεις, ως κέντρα των κάθε είδους εξελίξεων, είναι γεμάτες από αντίστοιχης λογικής συνδηλώσεις. Γνωρίζουμε πλέον πως όπου βλέπουμε ομορφιά, από πίσω υπάρχει χρήμα και πως το χρήμα λουστράρεται μα και ξεπλένεται με το γούστο, την ομορφιά και την υψηλή αισθητική.

Πίσω, όμως, από την όμορφη αρχιτεκτονική κρύβεται ένας ευέλικτος ζόφος που διατηρεί πολλές μορφές. Ανθρώπινη εκμετάλλευση, βία, κυνήγι του εύκολου χρήματος, καταπίεση, εξουσία. Η δραστήρια κάμερα του Garrone επιλέγει να λειτουργεί ως το μάτι του παρατηρητή, ως η ματιά όλων μας καθώς διασχίζουμε τις ζώνες απανθρωπιάς και αιμοβόρου κέρδους που η καταναλωτική μας κοινωνία ορίζει ως πόλεις. Μας προσφέρει, πάντα με μια σχεδόν ντοκιμενταρίστικη άχρωμη καταγραφή, συχνά καδράρει και ακινητοποιείται πάνω στην απελπισία, εικόνες ανθολογίας επιτηδευμένα αρρωστημένες που μοιάζουν τόσο αληθινές. Η σαπίλα του παραπάνω σχήματος δεν είναι κρυφή, όσο και να θέλουμε να μην την βλέπουμε, άλλα δεν χρειάζεται παρά μόνο να περπατήσεις λίγο σε αυτό το εξωτερικά όμορφο κτίριο για να το δεις στις πραγματικές του διαστάσεις: ένα τσιμεντένο άσχημο γιαπί-κλουβί που προσφέρεται μοναχά (λες και δημιουργήθηκε αποκλειστικά για αυτά) για έκνομες δραστηριότητες που αποφέρουν βάσανα σε πολλούς και λεφτά σε λίγους.

Οι πόλεις μας, οι κοινωνίες μας (πόσες μαλακίες έχει πει η Θάτσερ και πόσο περισσότερο μαλάκες όσοι την ψήφιζαν) είναι τόσο υπαρκτές όσο και ανάλογες με τα βιβλικά Γόμορρα. Ανάλογες είπα; Είναι τα Γόμορρα. Εδώ που ο καθένας μας και η καθεμιά ζει, δουλεύει, κυκλοφορεί, ψωνίζει, ελλοχεύει η  μπόχα μιας κομματιασμένης και αποδιοργανωμένης κοινωνίας, παραλυτικής και δυστοπικής,  η οποία λειτουργεί κανιβαλιστικά από τα κάτω προς τα πάνω. Πρώτα οι περισσότερο αδύναμοι, αλλά μην γελιέσαι ούτε και να ξεφουσκώνεις από ανακούφιση, η παράνοια του κανιβαλισμού (για να θυμηθώ και λίγο τον Πύνσον) ανεβαίνει κάθετα προς τα επάνω, τρώγοντας τον κοινωνικό ιστό από τα μέσα. Μέσα από μικρές αναλαμπές αισιοδοξίας, όπως την επιθυμία κάποιων να ξεφύγουν από τον αιμάτινο φαύλο κύκλο, η ταινία μας καθιστά σαφές αυτό που ήδη ξέρουμε. Ζούμε μέσα στα Γόμορρα, εμείς αποτελούμε τα θεμέλια της. Και δεν ξέρω πως μπορούμε να ξεφύγουμε. Σαν εκείνο το παλιό δίστιχο του Leonard Cohen.

I stepped into an avalanche,
it covered up my soul.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου